26.5.16

Οίηση εσωτερικού χώρου Ι & ΙΙ




















Ι.

Η γλάστρα που δροσίζεται 
η νεογέννητη μπιγκόνια
είναι μια μοναξιά
με άδειες κόγχες
Ανεπίδεκτη ματιών

[Άγρυπνες αντιλόπες, Μανδραγόρας, 2013]


ΙΙ.

Στους γονείς μου

Η μάνα μου είχε μαλλιά
ως την τσέπη του λαιμού
κι έτρεχαν μέσα στο φουστάνι της
[εκείνο το φλοράλ που της
αγάπησε ο πατέρας]
ελάφια χορευτές

[Τα βράδια πίσω απ' τα πουλιά, Μανδραγόρας, 2015]

Φωτογραφία εδώ

25.5.16

Δάφνη Φαντριδάκη, "Ασκέπαστος θέλω να 'ρχεσαι"















Έφτασες

Και κρατιέμαι απ' τις άκρες του τοίχου
πόδια κρεμάμενα, σφιχτά
κλειδώνει η λεκάνη
στα νύχια ασβέστης
-πότε πρόλαβα ν' ασπρίσω;
Θα σπάσει το ακροκέραμο, δεν με βαστά, τ' αφήνω
γραπώνομαι
από το γείσο του καπέλου σου
μαζί στο βήμα.
"Τι ντελικάτα τετραγωνίζεις το waltz!"
Φοράς κοστούμι και αυτή τη φορά
σου είπα μισώ τα κοστούμια
ασκέπαστος θέλω να 'ρχεσαι.
Τώρα γλιστράω στην τσάκιση και στα λουστρίνια σου
βλέπεις;
ο τελευταίος φθόγγος στα δόντια
δεν ακούς
βρόγχος
κάτι λαβίδες μ' αρπάζουν
με τραβούν στην επανάληψη.
Κι όμως, 
χθες απ' το στήθος μου
έτρεχε γάλα.


Frederiksberg Station

Λες και του πρέπει
εδώ το φως αργεί
βουίζουν μόνο τα τραίνα
πάντα στην ώρα τους
ακριβείας πορείες και προορισμοί.
Στην όχι και τόσο μεγάλη πόλη
που θαρρείς ανασαίνει στους σταθμούς
ένα μάτσο χαμένοι που αποφεύγουν τους κύκλους
κρατούν τον ήλιο τσακισμένο ανάμεσα στα δόντια.


Ένα ερωτικό

Έτρεχαν δάση
ρίζες χόρευαν
κοπάδια μ' ακολουθούσαν εχθές.
Πόλεμοι σώπαιναν, άγιοι ξομολογούνταν.
Θαυμάσιο κρύο
μ' έπλενε και μ' άπλωνε εχθές.

Ήμουν ύπνος χρυσός κι αγέρας βόρειος.
Παράφορα σε γύρευα χθες. 

Δάφνη Φαντριδάκη, Ακίδες, εκδ. Μανδραγόρας, 2015.
Φωτογραφία εδώ.

18.5.16

Στις μικρές λίστες του ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ

Τα βράδια πίσω απ' τα πουλιά στη μικρή λίστα της ποίησης των βραβείων του "Αναγνώστη"! 

Τα τελικά βραβεία θα ανακοινωθούν στις 13 Ιουνίου. Μέχρι τότε εύχομαι καλή τύχη σε όλους τους συνυποψήφιους (ιδίως σε ποιητικές αδυναμίες όπως τον Δημήτρη Αγγελή και την Άννα Γρίβα).

ΑΝ ΗΤΑΝ ΧΡΩΜΑ ΘΑ ΗΤΑΝ ΓΙΑΣΕΜΙ Ο ΠΟΙΗΤΗΣ

Για να τελειώνει αυτή η ιστορία
Για να λυθούν τα ματωμένα γόνατα
Να ξεχυθούν στους δρόμους
Ν' αδράξουν τα αμετακίνητα ποδήλατα
Να ξεχυθούν άξιοι αναβάτες της αλέας

Ας γεννηθεί κλωνάρι γιασεμί
μέσα σε αυτό το ακρωτηριασμένο γράμμα


Τα βράδια πίσω απ' τα πουλιά, εκδ. Μανδραγόρας 2015.



29.4.16

Ο τρόπος των κυπαρισσιών




Τα κυπαρίσσια έχουν έναν άλλο τρόπο να βρέχονται 
Κρατούν σταγόνες φτύνουν ένα κιτρινωπό απόσταγμα 
Με δυο λόγια φιλτράρουν 
Οι άνθρωποι μουσκεύονται αλλοιώνονται 
Ολάκεροι θαμπώνουν 
Κυλούνε 
Αχνίζει κάποιο υπόλειμμα αμάνικου· 
μια οβίδα στην κοιλιά του χάρτη


Τα βράδια πίσω απ' τα πουλιά, εκδ. Μανδραγόρας, 2015.
Drawing: Vincent Van Gogh

28.4.16

"Δεν είναι το άπειρο που μας χωρίζει", Βύρων Λεοντάρης

ΟΡΘΟΣΤΑΣΙΑ

I

Γυρνάμε και στριφογυρνάμε,
φωνάζουμε, χειρονομούμε, γυρευόμαστε,
βαδίζουμε, βαδίζουμε για να συναντηθούμε,
μα, να, κόβονται πάλι οι δρόμοι,
πάλι περνούν οι φάλαγγες γυαλιστερές μες στο καψαλισμένο
φως,
πάλι περνούν οι φάλαγγες, που μας χωρίζουν.
Κι είναι ξανά τα μάτια σου ναυαγισμένες θάλασσες
κι η κόμη σου αναχώρηση πρωινή μες στους καπνούς
κι είν' οι πτυχές στο φόρεμά σου κάγκελα,
που σφίγγεις νευρικά στα δάχτυλά σου...
(...)
Όχι, δεν είναι καθόλου το άπειρο, που μας χωρίζει,
μον' είναι η τρέλα, που χειροκροτεί στα πεζοδρόμια,
η τρέλα που χτυπάει τις παλάμες κι αντηχούν
σα να χτυπά η μια έρημος πάνω στην άλλη.
(...)


Βύρων Λεοντάρης, Ορθοστασία, "Ψυχοστασία, Ποιήματα 1949-1976", εκδ. Ύψιλον 2006, σ. 71-72.
Φωτογραφίες: Patrick Wally και Τοm Ripley

27.4.16

Το αμπέλι που βρυχάται μέσα μας

Τα σταφύλια ματώνουν τον Αύγουστο
Τα ποδοπατούν για ώρες
κι ύστερα πίνουν τον ζωμό από τις εκδορές
Σφαγμένα ζώα
ηδύποτα
Τα σταφύλια
άμα προσεκτικά τα ακροαστείς
πονούν
Και αυτό το κόκκινο που στάζει
σε γενναίες ποσότητες από τα σωθικά τους
μπαίνει μες σε φιάλες
που αδειάζουμε τα βράδια
- συνένοχοι σιωπής στο αρχαίο έγκλημα-
μες σε μια έκσταση σπονδών
σε ανυπεράσπιστο θεό των ερειπίων
Και εισβάλλει ένας κλαυθμός στις αρτηρίες


Τα βράδια πίσω απ' τα πουλιά, εκδ. Μανδραγόρας, 2015

26.4.16

Ντορέτα





























Η Ντορέτα
είναι ένα κορίτσι-φωλιά
Δεκατριών χρονών περιστερώνας
Κι όλα της τα φιλιά ανακατωμένα με τα αλάτια
απ' το πέρα-δώθε των απογευμάτων
Σέρνει μαζί της άλλοτε τη Μπουμπού
άλλοτε τη σκιά της να φορά κόκκινη μουσική
για ευγενείς τουρίστες που δειπνούν
στα διπλανά εστιατόρια
Έχει χαθεί τα τελευταία βράδια
Είκοσι τόσα ημερονύκτια
έχει να με τρομάξει με τα χέρια της στα μάτια μου
εν μέσω θερινής αιμοβορίας
Είναι αργά για τελευταία βράδια τώρα πια
Έτσι ή αλλιώς η ενηλικίωση
γυρνά ταχέως τους δείκτες των μοναδικών

Και τα απογεύματα σύντομα σταματούν
να μου πυροδοτούν την απορία
που να 'ναι η Ντορέτα
κι αν απρόοπτα μεγάλωσε

Τα βράδια πίσω απ' τα πουλιά, εκδ. Μανδραγόρας, 2015.